- φιλότης
- -ητος, και αιολ. τ. φιλότας, -ατος, ἡ, Α [φίλος]1. φιλική αγάπη, φιλία («ξεῑνοι μὲν διαμπερές εὐχόμεθ' εἶναι ἐκ πατέρων φιλότητος», Ομ. Οδ.)2. φιλοξενία3. φιλική συνεννόηση μεταξύ λαών («φιλότητα καὶ ὅρκια πιστὰ ταμόντες», Ομ. Ιλ.)4. ερωτική επαφή, συνουσία («ἐμισγέσθην φιλότητι», Ομ. Ιλ.)5. (ειδικά στην φιλοσ. τού Εμπεδοκλέους) δύναμη η οποία ενώνει τα τέσσερα στοιχεία, τα ριζώματα, από τα οποία αποτελείται ο κόσμος, δηλαδή το νερό, την φωτιά, την γη και τον αέρα6. ως κύριο όν. ἡ Φιλότηςμυθ. (κατά τον Ησίοδ.) προσωποποίηση τού σαρκικού έρωτα, κόρη τής Νυκτός από παρθενογένεση7. (στην δοτ.) φιλότητια) με φιλίαβ) από φιλία ή από στοργή8. (στην κλητ.) ὦ φιλότης(ως φιλική προσφώνηση) αγαπητέ μου, φίλε μου9. στον πληθ. αἱ φιλότητεςφιλικές εκδηλώσεις, φιλοφροσύνες10. παροιμ. «ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται» ή, απλώς, «ἰσότης φιλότητα» — η ισότητα φέρνει τη φιλία, εμπεδώνει τους φιλικούς δεσμούς (Πλάτ.).
Dictionary of Greek. 2013.